- αναγώνιστος
- ἀναγώνιστος, -ον (Α)1. αυτός που δεν αγωνίστηκε2. (ειδικότερα) αυτός που δεν αγωνίστηκε ποτέ για βραβείο3. αυτός που δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια για να επιτύχει κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀν- στερ. + ἀγωνίζομαι].
Dictionary of Greek. 2013.